Τι είναι ο όζος του θυρεοειδή;
Ο όρος όζος αναφέρεται στη μη φυσιολογική ανάπτυξη των κυττάρων του θυρεοειδή, τα οποία σχηματίζουν μία μάζα μέσα στον αδένα. Αν και η συντριπτική πλειοψηφία των όζων είναι καλοήθεις, ένα μικρό ποσοστό ( περίπου 10%) περιέχουν κακοήθη κύτταρα (καρκίνος του θυρεοειδή). Για τη διάγνωση και την αντιμετώπιση του καρκίνου του θυρεοειδή στο πρώιμο στάδιο είναι απαραίτητη η προσεκτική εξέταση των όζων.
Ποια είναι τα συπτώματα που προκαλεί ένας όζος;
Οι περισσότεροι όζοι δεν προκαλούν συγκεκριμένα συμπτώματα. Συχνά, οι όζοι ανακαλύπτονται τυχαία κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψης ρουτίνας στον γιατρό ή σε κάποια απεικονιστική εξέταση, όπως η αξονική ή υπέρηχος στον λαιμό για άλλο λόγο. Μερικές φορές οι ίδιοι οι ασθενείς διαπιστώνουν ότι έχουν κάποιον όζο όταν παρατηρήσουν ένα εξόγκωμα στον λαιμό τους ενώ κοιτάζονται στον καθρέπτη, όταν κουμπώνουν ένα πουκάμισο ή φορούν ένα κολιέ. Σε μερικές περιπτώσεις οι όζοι μπορεί να παράγουν τεράστιες ποσότητες θυρεοειδικών ορμονών που προκαλούν υπερθυρεοειδισμό. Οι περισσότεροι όμως όζοι, (συμπεριλαμβανομένων των κακοήθων), είναι στην πραγματικότητα μη λειτουργικοί, δηλαδή δεν παράγουν ορμόνες, οπότε και δεν αλλάζουν τα επίπεδα της TSH στο αίμα. Σπανίως ασθενείς με όζους παραπονούνται για πόνο στον λαιμό, στο σαγόνι και στα αυτιά. Αν ο όζος είναι αρκετά μεγάλος μπορεί να πιέζει την τραχεία ή τον οισοφάγο με αποτέλεσμα να προκαλείται δύσπνοια (δυσκολία στην αναπνοή) ή/ και δυσφαγία (δυσκολία στην κατάποση). Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να παρουσιαστεί βραχνάδα λόγω διήθησης του λαρυγγικού νεύρου (ελέγχει την κινητικότητα των φωνητικών χορδών) από κακοήθη όζο.
Πώς μελετάται ένας θυρεοειδικός όζος;
Το
υπερηχογράφημα αποτελεί την εξέταση εκλογής στην απεικόνιση του θυρεοειδικού όζου. Το μηχάνημα των υπερήχων εκμεταλεύεται την ιδιότητα των ιστών του σώματος να αντανακλούν με διαφορετικό τρόπο τους υπερήχους που εκπέμπονται από τον ηχοβολέα του μηχανήματος. Η ηχώ που προκαλείται όταν επεξεργαστεί κατάλληλα αποδίδει μια εικόνα στην οθόνη του μηχανήματος κι έτσι καθίσταται δυνατή η ακριβής μέτρηση του μεγέθους, της δομής και των χαρακτηριστικών όχι μόνο του θυρεοειδούς αλλά και των όζων που περιέχονται σε αυτόν. Με συγκεκριμένα κριτήρια είναι δυνατή η πιθανολόγηση σε έναν όζο για παρουσία ή όχι κακοήθειας. Οι υπερηχογραφικά ύποπτοι όζοι πρέπει να υποβάλονται σε παρακέντηση.
Το υπερηχογράφημα αποτελεί επίσης την καλύτερη τεχνική προκειμένου να πραγματοποιηθεί
προεγχειρητική χαρτογράφηση του τραχήλου δίδοντας πληροφορίες στον χειρουργό για την θέση τυχόν διηθημένων λεμφαδένων και την έκταση της επέμβασης που θα ακολουθήσει.
Η
Ελαστογραφία είναι μία απεικονιστική υπερηχογραφική τεχνική που γίνεται συμπληρωματικά στο υπερηχογράφημα του θυρεοειδούς και διερευνά την σκληρότητα μιας δεδομένης περιοχής κυρίως σε σχέση με τον παρακείμενο ιστό. Επιτρέπει στον γιατρό να εκτιμήσει με περισσότερη ακρίβεια την πιθανότητα κακοήθειας, να περιορίσει ενδεχομένως τις βιοψίες σε όζους που εκτιμώνται ως υπερηχογραφικά ύποπτοι για ύπαρξη κακοήθειας ενώ σε περίπτωση παρακέντησης συμβάλει ώστε η λήψη του υλικού να γίνει από την σκληρή περιοχή του όζου.
Η
Υπερηχογραφικά κατευθυνόμενη παρακέντηση (FNA) είναι μία τεχνική που συνίσταται στην λήψη υλικού με πολύ λεπτή βελόνα από συγκεκριμένη περιοχή του όζου. Το υλικό, μετά από κατάλληλη επίστρωση σε πλακίδια αποστέλλεται για εξέταση από εξειδικευμένο κυτταρολόγο ο οποίος θα γνωματεύσει τελικά αν πρόκειται για καλοήθη ή κακοήθη όζο ή αν αφορά σε παθολογία άλλου οργάνου του τραχήλου ( διηθημένος λεμφαδένας, παραθυρεοειδής ή άλλο ) .
Συμπληρωματικά με την κυτταρολογική εξέταση. μπορεί αποσταλεί υλικό από το έκπλυμα την βελόνα της παρακέντησης προκειμένου να προσδιοριστούν διάφοροι ορμονικοί δείκτες ( Θυρεοσφαιρίνη σε λεμφαδένα, Καλσιτονίνη ), χρήσιμοι στον καθορισμό διήθησης λεμφαδένων ή υποτροπής μετά από προηγηθείσα θυρεοειδεκτομή , ή ( Παραθορμόνη) σε περιπτώσεις υπόνοιας υπερπαραθυρεοειδισμού. Σε άλλες περιπτώσεις το υλικό από το έκπλυμα της βελόνας της παρακέντησης μπορεί να αποσταλεί για γονιδιακό έλεγχο ( Μελέτη μεταλλάξεων σε συγκεκριμένα γονίδια ) . Η εξέταση αυτή συμβάλλει σημαντικά στην αποφυγή περιττών επεμβάσεων όταν το αποτέλεσμα της κυτταρολογικής εξέτασης κρίνεται ως οριακό ή άτυπο κι έτσι δεν ξεκαθαρίζει η παρουσία ή όχι κακοήθειας στον όζο.
Το Σπινθηρογράφημα του θυρεοειδούς με Τεχνήτιο ή με Ιώδιο (Ι123 ) , είναι μια εξέταση που μετρά το βαθμό που το ιώδιο προσλαμβάνεται στις διάφορες περιοχές του θυρεοειδούς. Μειωμένη πρόσληψη ραδιοφαρμάκου απαντάται σε μεγαλύτερη συχνότητα σε κακοήθεις όζους, ενώ αυξημένη πρόσληψη σε καλοήθεις.
Ποιο μπορεί να είναι το αποτέλεσμα της κυτταρολογική εξέτασης και ποια η αντιμετώπιση;
Το αποτέλεσμα της κυτταρολογικής εξέτασης μετά από παρακέντηση με λεπτή βελόνα ( FNA) μπορεί να είναι :
- BETHESDA 1: Μη διαγνωστική
Το «μη διαγνωστική» σημαίνει πως δε μπορεί να βασιστεί διάγνωση λόγω παρουσίας λίγων κυττάρων στο δείγμα (λόγω αυξημένης παρουσίας αίματος, ή παρουσίας κυστικών στοιχείων στον όζο) . Η διαδικασία της παρακέντησης πρέπει να επαναληφθεί, όμως σε πολλές περιπτώσεις τελικά δεν είναι δυνατή η λήψη κατάλληλου υλικού ακόμα και μετά από πολλές παρακεντήσεις λόγω της δομής του όζου.
Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει καλοήθεις αλλοιώσεις (κολλοειδείς όζους, υπερπλαστικούς κ.α.).
- BETHESDA 3: Ατυπία
- BETHESDA 4: Θηλακιώδες Νεόπλασμα
- BETHESDA 5: Σοβαρή υποψία κακοήθειας
- BETHESDA 6: Κακοήθεια
Η αντιμετώπιση του όζου εξαρτάται απόλυτα από το αποτέλεσμα της κυτταρολογικής εξέτασης.
Σε καλοήθεις όζους η αντιμετώπιση είναι η τακτική παρακολούθηση με κλινική εξέταση και υπερήχους . Όταν το μέγεθος του όζου αυξάνεται σημαντικά είναι σκόπιμη η επανάληψη της παρακέντησης ή ακόμα και η χειρουργική επέμβαση.
Σε περιπτώσεις που οι όζοι είναι καλοήθεις αλλά προκαλούν συμπτώματα ( πόνος , πίεση, δυσκαταποσία , κ.α), υπάρχει ένδειξη για αντιμετώπιση με ελάχιστα επεμβατικές μεθόδους, που μπορεί να γίνουν σε εξωτερικό ιατρείο χωρίς αναισθησία και νοσηλεία και με πολύ χαμηλότερο κόστος από αυτό της χειρουργικής επέμβασης.
Καλοήθεις όζοι που είναι κυστικοί ( περιέχουν δηλ. υγρό σε μεγάλο ποσοστό ) , αντιμετωπίζονται με
εκκενωτική παρακέντηση , δηλ. αφαίρεση του υγρού με λεπτή βελόνα, (με τον ίδιο τρόπο που γίνεται η διαγνωστική παρακέντηση ) και πλήρης υποχώρηση των συμπτωμάτων.
Σε περιπτώσεις που κυστικοί όζοι μετά από εκκενωτική παρακέντηση υποτροπιάσουν, μπορεί να πραγματοποιηθεί
διαδερμική έγχυση αλκοόλης στο κυστικό τμήμα τους, οπότε σε μεγάλο ποσοστό επιτυγχάνεται μόνιμη σμίκρυνση του όζου.
Καλοήθης συμπαγής όζος που είναι ευμεγέθης και προκαλεί συμπτώματα πίεσης ή αισθητικά προβλήματα μπορεί να αντιμετωπιστεί με θερμοκαυτηρίαση με ραδιοσυχνότητες ( RF), ή με χρήση laser.
Σε περιπτώσεις κακοήθων όζων η η αντιμετώπιση είναι η χειρουργική αφαίρεση του λοβού ή του αδένα και ανάλογα με το αποτέλεσμα της ιστολογικής εξέτασης που θα ακολουθήσει το χειρουργείο, η χορήγηση θεραπευτικού Ιωδίου.